03 Σεπτεμβρίου 2010 11:47
Οι άνθρωποι που παίρνουν επί μεγάλο χρονικό διάστημα (για πάνω από πέντε χρόνια) μια ευρέως χρησιμοποιούμενη κατηγορία φαρμάκων για την οστεοπόρωση, πιθανώς διπλασιάζουν τον κίνδυνο να αναπτύξουν καρκίνο του οισοφάγου, σύμφωνα με μια νέα βρετανική επιστημονική έρευνα, η οποία για πρώτη φορά έκανε αυτή τη διαπίστωση.
Η μελέτη, υπό την δρ. Τζέην Γκριν της Μονάδας Επιδημιολογίας Καρκίνου του πανεπιστημίου της Οξφόρδης, που δημοσιεύτηκε στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό "British Medical Journal", σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερ και το BBC, μελέτησε τις περιπτώσεις περίπου 3.000 γυναικών και ανδρών άνω των 40 ετών, που είχαν διαγνωστεί με καρκίνο.
Οι ερευνητές δήλωσαν ότι τα πορίσματά τους είναι μεν ανησυχητικά, όμως δεν θα έπρεπε να οδηγήσουν άμεσα τους γιατρούς ή τους ασθενείς να αλλάξουν την πρακτική τους σε σχέση με τη συγκεκριμένη κατηγορίων φαρμάκων (διφωσφονικών), τα οποία συνταγογραφούνται συχνά στους ηλικιωμένους για να ενισχύσουν τα αδύναμα οστά τους. Καθώς ο πληθυσμός της τρίτης ηλικίας στις γηράσκουσες ανεπτυγμένες χώρες αυξάνει διαρκώς, τέτοια φάρμακα κατά της οστεοπόρωσης έχουν γίνει όλο και πιο διαδεδομένα, με συνέπεια να αυξάνεται συνεχώς η χρήση διφωσφονικών.
Οι βρετανοί επιστήμονες επεσήμαναν ότι ο καρκίνος του οισοφάγου δεν είναι συνηθισμένος, συνεπώς ακόμα και ένας πιθανός διπλασιασμός του κινδύνου δεν αυξάνει τελικά σημαντικά τον κίνδυνο για τον ηλικιωμένο ασθενή. Στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, όπως ανέφεραν, το ποσοστό περιστατικών καρκίνου του οισοφάγου σε άτομα 60-79 ετών είναι 1 στα 1.000 και αυξάνει σε 2 στα 1.000 λόγω της χρήσης των διφωσφονικών φαρμάκων.
Τα διφωσφονικά χρησιμοποιούνται ευρέως για την πρόληψη των καταγμάτων και την καταπολέμηση της εξασθένησης των οστών, η οποία σχετίζεται με την εμμηνόπαυση και την οστεοπόρωση. Στο εμπόριο, μεταξύ άλλων, περιέχονται στα φάρμακα Fosamax της Merck, Boniva της Roche, Reclast της Novartis, Actonel της Warner Chilcott κ.α.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα άτομα που έχουν πάρει πάνω από δέκα φορές συνταγές για φάρμακα με διφωσφονικά ή που τα παίρνουν για τουλάχιστον πέντε χρόνια, σχεδόν εμφανίζουν διπλάσιο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του οισοφάγου σε σχέση με όσους δεν παίρνουν καθόλου τέτοια φάρμακα. Δεν είναι ακόμα βέβαιο γιατί αυξάνεται ο κίνδυνος για καρκίνο, αν και ήταν ήδη γνωστό ότι τα συγκεκριμένα φάρμακα ερεθίζουν τον οισοφάγο. Δεν βρέθηκε πάντως καμία αντίστοιχη αύξηση του κινδύνου για καρκίνο του στομάχου ή του εντέρου.
Η Γκριν δήλωσε ότι μια προηγούμενη έρευνα, που είχε χρησιμοποιήσει την ίδια βάση δεδομένων, δεν είχε εντοπίσει κάποια σχέση ανάμεσα σε αυτά τα φάρμακα και τον καρκίνο, πρόσθεσε όμως ότι η δική της νέα έρευνα παρακολούθησε τους ασθενείς για σχεδόν διπλάσιο χρονικό διάστημα.
Η βρετανίδα επιστήμων επεσήμανε ότι "πρέπει να δούμε τα ευρήματά μας σε ένα ευρύτερο πλαίσιο. Μιλάμε για πολύ ευρέως συνταγογραφούμενα φάρμακα και δεν έχουμε αρκετές πληροφορίες σχετικά με τους κινδύνους και τις ωφέλειες σε βάθος χρόνου". Πρόσθεσε πάντως ότι ακόμα και αν η έρευνά της επιβεβαιωθεί από νέα μελέτη, "λίγοι άνθρωποι" που παίρνουν αυτά τα φάρμακα, θα εμφανίσουν καρκίνο.
Σχολιάζοντας τη νέα μελέτη, στο ίδιο ιατρικό περιοδικό, η Ντάιαν Βισόφσκι από την αρμόδια εποπτική Αρχή των ΗΠΑ, την Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA), δήλωσε ότι "η πιθανότητα αρνητικών συνεπειών για τον οισοφάγο θα πρέπει να παρακινήσει τους γιατρούς που συνταγογραφούν αυτά τα φάρμακα, να ζυγιάζουν τους κινδύνους σε σχέση με τα οφέλη". Κάλεσε επίσης τους γιατρούς "να ζητάνε από τους ασθενείς τους να αναφέρουν τυχόν δυσκολία στην κατάποση, στο λαιμό, στο στήθος ή στην χώνευση, ώστε άμεσα να αξιολογείται η κατάστασή τους και πιθανόν να διακόπτεται η χρήση του φαρμάκου".
Link: Για την πρωτότυπη επιστημονική εργασία στη διεύθυνση: http://www.bmj.com/content/341/bmj.c4444.full
Πηγή: (ΑΠΕ-ΜΠΕ)