Ο ΓΥΦΤΟΣ ΚΑΙ Ο ΚΙΝΕΖΟΣ
Ήταν μια φορά ένας γύφτος και καθόταν μόνος σε ένα μπαρ πίνοντας το ποτό του.
Ξαφνικά μπαίνει μέσα στο μπαρ ένας Κινέζος πηγαίνει από πίσω του και αφού του έκανε μια λαβή τον έριξε κάτω αναίσθητο.
Γυρίζει στο μπάρμαν και του λέει:
- "Όταν συνέλθει πες του ότι αυτό ήταν κίνηση κουνγκ- φου."
Την επόμενη μέρα ο γύφτος καθόταν στο ίδιο μπαρ στην ίδια θέση. Μπαίνει ξαφνικά ο Κινέζος και χωρίς να γίνει αντιληπτός από κανέναν του κάνει μια λαβή και τον αφήνει αναίσθητο.
Γυρίζει στο μπάρμαν ο Κινέζος και του λέει:
- "Όταν συνέλθει πες του ότι αυτό ήταν κίνηση ζίου- ζίτσου."
Αυτό γινόταν για πολλές ημέρες λέγοντας κάθε μέρα ο Κινέζος ότι κάνει και μια διαφορετική λαβή.
Μια μέρα λοιπόν πήγε ο Κινέζος και ο γύφτος δεν ήταν εκεί.
Κάθησε λοιπόν ο Κινέζος και έπινε το ποτό του.
Μπαίνει σε κάποια φάση μέσα ο γύφτος, χωρίς να γίνει αντιληπτός και χτυπώντας τον Κινέζο με κάτι πολύ βαρύ τον άφησε αναίσθητο.
Γυρίζει στο μπάρμαν ο γύφτος και του λέει:
- "Όταν συνέλθει πες του ότι αυτό ήταν προφυλαχτήρας από Ντάτσουν."
Ένας ναύτης φτάνει σε κάποιο λιμάνι αλλά δεν μπορεί να βρει πουθενά δωμάτιο για το βράδυ.
Απεγνωσμένος φτάνει στο τελευταίο ξενοδοχείο και συνομιλεί με τον ρεσεψιονίστ:
- Δεν μπορεί, πρέπει να υπάρχει ένα δωμάτιο.
Ή έστω ένα κρεβάτι οπουδήποτε!!!.
- Η αλήθεια είναι ότι έχουμε ένα δίκλινο και το έχει πάρει ένας νεαρός μόνο του. Ίσως δεχτεί να το μοιραστεί μαζί σας.
Μόνο που πρέπει να σας πω ότι ροχαλίζει τόσο δυνατά, που από τα διπλανά δωμάτια κάνουν συνεχώς παράπονα. Δεν νομίζω ότι θα καταφέρετε να κοιμηθείτε εκεί.
- Κανένα πρόβλημα. Θα το πάρω.
Το επόμενο πρωί ο ναύτης κατέβηκε για πρωινό φρέσκος κι ανανεωμένος.
- Πώς κοιμηθήκατε; τον ρώτησε ο ξενοδόχος.
- Καλύτερα από ποτέ.
- Μα δεν σας ενόχλησε ο άλλος νεαρός με το ροχαλητό του;
- Όχι, τον έκανα να σκάσει σε μηδέν χρόνο.
- Πώς το καταφέρατε αυτό;
- Όταν ανέβηκα στο δωμάτιο ήταν ήδη στο κρεβάτι. Πήγα λοιπόν, του έδωσα ένα φιλάκι στο μάγουλο και του είπα:
- Καληνύχτα όμορφε.
Όλο το υπόλοιπο βράδυ δεν έκλεισε μάτι!!!!!!!!!!!!.
ΝΑΥΑΓΟΙ
Ένα μεγάλο κρουαζιερόπλοιο κάνοντας μια κρουαζιέρα παθαίνει ένα μεγάλο ρήγμα και βουλιάζει στην μέση του ατλαντικού.
Από το πλοίο σώθηκαν ένας Έλληνας και ένας Γερμανός με την γυναίκα του.
Κολυμπώντας λοιπόν μετά από αρκετή ώρα βρίσκουν ένα μικρό νησάκι με ένα φοίνικα μεγάλο στη μέση.
Αφού συνήλθαν λίγο, λέει ο Έλληνας στο Γερμανό:
-Ρε συ ξέρεις τι θα κάνουμε; θα ανεβαίνουμε στον φοίνικα με βάρδιες και θα βλέπουμε αν έρχεται κανένα καράβι μπας και σωθούμε εντάξει;
Εντάξει λέει ο Γερμανός.
-Πάω εγώ πρώτος λέει ο Έλληνας, ανεβαίνει πάνω λοιπόν και άρχισε να κοιτάει βάζοντας το χέρι πάνω από τα μάτια του.
Σε μια στιγμή κοιτάει κάτω που ήτανε οι άλλοι και φωνάζει τον Γερμανό.
-Ρε μαλάκα τι κανείς εσύ πηδάς και εγώ κοιτάω να σωθούμε,
-Όχι ρε του λέει ο Γερμανός πλάκα κάνεις; Απλώς μιλάμε (και όντως δεν έκανε τίποτα ο Γερμανός απλά μιλούσανε)
-Καλά του λέει ο Έλληνας και συνεχίζει να κοιτάει το πέλαγος.
Σε λίγο κοιτάει πάλι κάτω, και φωνάζει πάλι στο Γερμανό
-Ρε μαλακά πλάκα μου κάνεις αφού την πηδάς στραβός είμαι;
-Έλα πανάγια μου λέει...
...ο Γερμανός μα αφού μιλάμε σου λέω δεν κάνω τίποτα.
-Aσε ρε τις μαλακίες αφού τη πηδάς, κατεβαίνω κάτω του λέει.
Κατεβαίνει κάτω λοιπόν και λέει τον Γερμανό
-Ανέβα εσύ τώρα και σοβαρέψου αν θες να σωθούμε.
Πράγματι με σκυφτό το κεφάλι ο Γερμανός ανέβηκε στο φοίνικα.
Μέσα σε λίγα λεπτά ο Έλληνας έχει ψήσει την Γερμανίδα και της έχει βγάλει τα ρούχα και τη πηδάει.
Ο Γερμανός που έψαχνε για καράβι κοιτάει κάτω και με γουρλωμένα μάτια φωνάζει του Έλληνα
-Ρε μαλάκα έχεις δίκιο, ρε από δω πάνω σαν πήδημα φαίνεται.