Δημήτρης Καζάκης
Χθες εκδόθηκαν από τον κατ’ ευφημισμό
Πρόεδρο της Δημοκρατίας δυο νέες Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου, οι
οποίες ρυθμίζουν δημοσιονομικά, συνταξιοδοτικά και μια σειρά άλλα
ζητήματα που η κυβέρνηση θεωρεί κατεπείγοντα μετά από απαίτηση του
τελευταίου Eurogroup. Τον τελευταίο χρόνο έχουν περάσει περισσότερες
Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου απ’ ότι όλο το προηγούμενο διάστημα της
μεταπολίτευσης. Κι όλες τους ρυθμίζουν καίρια ζητήματα της δημόσιας
διαχείρισης, αλλά και θεμελιωδών δικαιωμάτων των ελλήνων πολιτών.
Για την πρακτική αυτή οι κυβερνώντες επικαλούνται το άρθρο 44, &1 του Συντάγματος που αναφέρει τα εξής: «Σε
έκτακτες περιπτώσεις εξαιρετικά επείγουσες και απρόβλεπτης ανάγκης ο
Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί, ύστερα από πρόταση του Υπουργικού
Συμβουλίου, να εκδίδει πράξεις νομοθετικού περιεχομένου. Οι πράξεις
αυτές υποβάλλονται στη Βουλή για κύρωση σύμφωνα με τις διατάξεις του
άρθρου 72 παράγραφος 1, μέσα σε σαράντα ημέρες από την έκδοσή τους ή
μέσα σε σαράντα ημέρες από τη σύγκληση της Βουλής σε σύνοδο. Αν δεν
υποβληθούν στη Βουλή μέσα στις προαναφερόμενες προθεσμίες ή αν δεν
εγκριθούν από αυτή μέσα σε τρεις μήνες από την υποβολή τους, παύουν να
ισχύουν στο εξής.»
Ποιες είναι αυτές οι «έκτακτες περιπτώσεις εξαιρετικά επείγουσες και απρόβλεπτης ανάγκης»
που αναφέρει το συγκεκριμένο άρθρο του Συντάγματος και εξαναγκάζουν τον
κατ’ ευφημισμό Πρόεδρο της Δημοκρατίας να εκδίδει αβέρτα κουβέρτα
Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου; Οι εντολές και οι απαιτήσεις των δανειστών της χώρας και των επιτελείων της ευρωζώνης.
Με άλλα λόγια ο ωμός εκβιασμός εναντίον της χώρας από ξένες δυνάμεις,
που σε κάθε άλλη περίπτωση θα αντιμετωπιζόταν όπως ακριβώς προβλέπει το
διεθνές δίκαιο ως ευθεία εχθρική ενέργεια εναντίον του ελληνικού λαού
που ισοδυναμεί με casus beli, αντιμετωπίζεται από τους κυβερνώντες ως
ανωτέρα βία και «απρόβλεπτη ανάγκη». Με τον τρόπο αυτό όχι μόνο
ξεφτιλίζεται κάθε έννοια εσωτερικής συνταγματικής τάξης, αλλά οι ωμοί
εκβιασμοί, οι ανοιχτοί προπηλακισμοί, ο στιγματισμός εναντίον κυρίαρχου –
κατά το διεθνές δίκαιο – κράτους από ξένες δυνάμεις αποκτά καθεστώς
φυσικού δικαίου για τους κυβερνώντες και ικανού να δικαιολογήσει τα
πάντα. Μέχρι και την κατάλυση της ελληνικής πολιτείας στο όνομα της
«περισσότερης Ευρώπης».
Η κατάσταση αυτή δεν έχει προηγούμενο
στην ελληνική πολιτική ιστορία. Δεν συγκρίνεται ούτε με την περίοδο
εικονικού κοινοβουλευτισμού της δεκαετίας του ’30 που γέννησε τελικά την
φασιστική δικτατορία της 4ης Αυγούστου 1936. Ούτε με τα Ιουλιανά του
1965 και την περίοδο της «αποστασίας» που ακολούθησε μόνο και μόνο για
να ανοίξει ο δρόμος στην δικτατορία των συνταγματαρχών την 21η Απριλίου
1967. Η δημοκρατία στην χώρα μας δεν είναι απλά στο απόσπασμα, έχει
εκτελεστεί. Το Σύνταγμα είναι ήδη κουρελόχαρτο. Η βουλή δεν υφίσταται
από την στιγμή που (α) μια τυχαία πλειοψηφία αποφασίζει για θεμελιώδη
συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα του ανθρώπου και του ελληνικού λαού
και (β) παρακάμπτεται με Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου οι οποίες
θεσμοθετούν εκχώρηση δικαιωμάτων και κυριαρχίας του λαού και της χώρας.
Το σημερινό κοινοβούλιο αποτελεί μια άθλια βιτρίνα για την καταπάτηση
κάθε έννοιας εσωτερικού και διεθνούς δικαίου. Μπορεί να συγκριθεί μόνο
με τα «κοινοβούλια» της μοναρχίας και της αποικιοκρατίας. Και μόνο από
την στιγμή που έχει παραβιάσει βάναυσα με αποφάσεις του θεμελιώδη
δικαιώματα του λαού και του ανθρώπου έχει αυτοκαταργηθεί, έχει καταστεί
παράνομο και δεν μπορεί πλέον κανείς να το αναγνωρίζει ως έκφραση της
λαϊκής βούλησης.
Όποιος εξακολουθεί και το αναγνωρίζει ως
έκφραση της λαϊκής βούλησης στην ουσία νομιμοποιεί το σημερινό καθεστώς
και τις βάσεις πάνω στις οποίες επιχειρείται να στηριχθεί. Δηλαδή στην
κατάφωρη παραβίαση κάθε θεμελιώδους δικαιώματος της χώρας και του λαού
της στο όνομα των «διεθνών δεσμεύσεων» που οι κυβερνώντες φρόντισαν από
την εποχή του 1ου μνημονίου έως σήμερα να περάσουν στο εσωτερικό δίκαιο
της χώρας. Όποιος αναγνωρίζει το σημερινό κοινοβούλιο δεν μπορεί να
αρνηθεί την πρωτοφανή διαστροφή που υπέστη η έννομη τάξη στην χώρα
προκειμένου να εξυπηρετηθούν «διεθνείς δεσμεύσεις» και ξένες δυνάμεις.
Όποιος αναγνωρίζει το σημερινό κοινοβούλιο δεν μπορεί παρά να αποδέχεται
ότι οι «διεθνείς δεσμεύσεις» έναντι ξένων δυνάμεων υπερτερούν των
δικαιωμάτων του λαού και της κυριαρχίας της χώρας. Γι’ αυτό και οι
δωσίλογοι έλληνες πολιτικοί μιλούν για την ανάγκη «συνέχειας του
κράτους».
Πρέπει πάση θυσία να σπάσει αυτή η
«συνέχεια του κράτους». Δεν μπορεί να υπάρχει «συνέχεια του κράτους» μ’
ένα καθεστώς σαν το σημερινό που βασίζεται όχι στα συνταγματικά
κατοχυρωμένα δικαιώματα του λαού, αλλά στις «διεθνείς δεσμεύσεις» που
του έχουν επιβληθεί με τρόπο που εύκολα μπορεί να χαρακτηριστεί από
πλευράς διεθνούς δικαίου ως αποικιοκρατικός. Αντίθετα, πρέπει να υπάρξει
«διαδοχή κράτους», δηλαδή διακοπή της «συνέχειας του κράτους» και
επανίδρυσής του στην βάση της κυριαρχίας του λαού και της εθνικής του
ανεξαρτησίας. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο με την κατάλυση του σημερινού
κοινοβουλίου προκειμένου να θεμελιωθεί η δημοκρατική έννομη τάξη στην
χώρα.