Του Χρήστου Καραγιαννίδη
Με αφορμή την ανάδειξη της υπόθεσης του δημοσιογράφου Δημήτρη Τάκη,
ο οποίος κατά το διάστημα 2005 – 2009 είχε προσληφθεί με επάλληλα
προεδρικά διατάγματα στον τηλεοπτικό σταθμό της Βουλής αμειβόμενος με
υπέρογκα ποσά ενώ εργαζόταν παράλληλα σε ιδιωτικό τηλεοπτικό σταθμό, ο
κ. Πρετεντέρης, οργισμένος όπως φαίνεται με την κατάφωρη «αδικία» σε
βάρος του συναδέλφου του, έσπευσε με άρθρο του στο Βήμα της Κυριακής
στις 16/12/12 να την αποκαταστήσει.
Αν και ο κ. Πρετεντέρης έχει μέχρι σήμερα επιδείξει αξιοθαύμαστη
φειδώ στον τρόπο που εκφράζει τα «φιλεργατικά» του αισθήματα, ωστόσο,
για την περίπτωση Τάκη έκανε μία εξαίρεση, εκπληρώνοντας το «ηθικό» του
καθήκον για σύγκρουση με την «αρίστεριστική παράνοια» που διακρίνει τις
πολιτικές πρακτικές του ΣΥΡΙΖΑ, αναφερόμενος μεταξύ άλλων στο κείμενο
που δημοσίευσα στην Αυγή στις 14/12, με τίτλο «Μικρό καλάθι απέναντι στη
μνημονιακή προπαγάνδα τους».
Ας σταθούμε όμως λίγο, στο αίτημα «να λάμψει η αλήθεια» που
αποτυπώνεται στο γραπτό του κ. Πρετεντέρη: αναμφίβολα, ο δημοσιογράφος
διαθέτει την εντυπωσιακή ικανότητα να παρουσιάζει ως «αληθινή» τη δική
του μονόπλευρη ερμηνεία για κάθε πολιτικό και κοινωνικό γεγονός. Για
παράδειγμα, με αφορμή την υπόθεση Τάκη, στην οποία επιμελώς αποφεύγει να
αναφερθεί συγκεκριμένα, ο κ. Πρετεντέρης, από τη μία «τοποθετεί» τους
«κακούς» εργαζόμενους/ες της Βουλής που ενδιαφέρονται μόνο για την
υπεράσπιση και διατήρηση των προνομίων τους, από την άλλη τους αδίκως
συκοφαντημένους δημοσιογράφους.
Αν όμως κι εμείς υιοθετούσαμε μεθοδολογία προσέγγισης αντίστοιχη με
την «πρετεντέρεια», θα μπορούσαμε να θέλουμε να μάθουμε τον λόγο που
δεν απαντά με συγκεκριμένα επιχειρήματα για να αποκαταστήσει την αδικία
που γεννούν τα αποκυήματα της συνομωσιολογικής φαντασίας συριζαίων
βουλευτών. Αφού ο κ. Τάκης «βγαίνει λάδι», γιατί δεν επικαλείται
στοιχεία που να καταρρίπτουν τις κατηγορίες που έχουν εξαπολυθεί αδίκως
σε βάρος του;
Σε κάθε περίπτωση πάντως, η συναδελφική αλληλεγγύη του κ.
Πρετεντέρη προς τον κ. Τάκη είναι το λιγότερο συγκινητική, όπως επίσης,
μνημείο της εργοδοτικής του αφοσίωσης, είναι η ευέλικτη
«αντιμνημονιακή» στροφή του, αφού όταν είναι να θιγούν τα συμφέροντα της
επιχείρησης στην οποία εργάζεται, δε φαίνεται να τον απασχολεί στο
παραμικρό η οφειλή ιδιωτών προς το δημόσιο, όπως συμβαίνει με το Mega,
το οποίο οφείλει εκατομμύρια ευρώ για την χρήση δημόσιας συχνότητας.
Ούτε, θορυβήθηκε καθόλου από την αποκάλυψη της προκλητικά
εξόφθαλμης διαπλοκή της εταιρίας συμφερόντων Μπόμπολα Hellas Gold με τις
αστυνομικές δυνάμεις στην περιοχή των Σκουριών, όπου η εταιρία παρέχει
αυτοκίνητα στις ειδικές «Ομάδες Πρόληψης και Καταστολής Εγκλήματος» που
έχουν βρεθεί εκεί για να συνδράμουν τα ΜΑΤ στην καταστολή των
κινητοποιήσεων των κατοίκων, οι οποίοι εκφράζουν την αντίθεση τους στην
εγκατάσταση μεταλλείων χρυσού στην περιοχή.
Αλλά μάλλον θεωρεί ότι ο εργοδότης του μπορεί να μείνει στο
απυρόβλητο. Ανάλογα, η επιλεκτική οργή του κ. Πρετεντέρη δεν
πυροδοτήτηθηκε, ούτε με τη δημοσίευσης της είδησης από το Βήμα, το 2009,
για την επίσκεψη Ερντογάν στην Ελλάδα, η οποία στην πραγματικότητα δεν
έγινε ποτέ. Δεν έχει «φυλάξει» λίγο από τον θερμό καταγγελτικό του λόγο
για περιπτώσεις σαν τις προαναφερθείσες;
Παρά τα όλα όσα όμως, επιμένει να χαρακτηρίζει την εμπεριστατωμένη
πολιτική κριτική που γίνεται από το ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ για την παράκαμψη των
νομότυπων διαδικασιών αλλά και την απαξίωση του δημοκρατικού χαρακτήρα
της διοίκησης των υπηρεσιών της Βουλής, ως μια μορφή θεσμοποιημένη
πολιτικής παράνοιας. Απέναντι σε αυτή την άκαμπτη στάση, εμείς δεν
έχουμε παρά να επικαλεστούμε τη λαϊκή θυμοσοφία: Γιάννη μου, από παιδί
κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια..